Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μας τα ξανάπες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μας τα ξανάπες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

16 Νοεμβρίου 2014

Γράμμα σε μια μητέρα έξω από τη ΜΕΝΝ

Αγαπητή μητέρα (έξω από τη ΜΕΝΝ),

Κατά πάσα πιθανότητα δεν δίνεις δεκάρα για τις παγκόσμιες ημέρες. Θα προτιμούσες να μην είχες ακούσει ποτέ τη λέξη προωρότητα. Ίσως να μην σε αφορούν και οι αναρτημένες φωτογραφίες με τα μωρά που βγήκαν ζωντανά από τη ΜΕΝΝ και τώρα σου χαμογελούν καρδαμωμένα και καρφιτσωμένα σε κάποιον πίνακα αναρτήσεων, όσο εσύ περιμένεις με την πράσινη φόρμα, τα μαλλιά πιασμένα και τα αποστειρωμένα χέρια στη σειρά. Τα ράμματα σε τραβάνε, το στήθος σου βαραίνει στο άκουσμα του κλάματος κάποιου μωρού, σου έρχεται ζαλάδα, αλλά στέκεις εκεί, με το βλέμμα χαμένο, απορώντας και η ίδια με τα πόδια σου που σε κρατάνε ακόμη όρθια εδώ.

Μερικές φορές νιώθεις πως είσαι κάποια άλλη, μια γυναίκα που επαναλαμβάνει μηχανικά κινήσεις ρουτίνας και μεταφέρεται από το σπίτι στο μαιευτήριο και πάλι πίσω, κρατώντας αποστειρωμένα μπουκαλάκια με 20 ml κιτρινωπό γάλα και επιστρέφοντας με αυτά άδεια στο άδειο της σπίτι. Σου λείπουν οι κλωτσιές στην κοιλιά, αυτές που πριν από λίγες μέρες μπορεί και να σε ενοχλούσαν και σιχαίνεσαι τον εαυτό σου που ένιωθες έτσι. Είναι η μόνη ανάμνηση από το σώμα εκείνο που άφησες σε ένα άψυχο κουτί και τώρα θες να το αρπάξεις και να τρέξεις μαζί του μακριά. Είσαι κακή μητέρα, σκέφτεσαι. Ή μάλλον αναρωτιέσαι αν τελικά είσαι μητέρα. Ή αν θα μπορέσεις να γίνεις.

Δεν θα σου πω ότι δεν φταις εσύ. Όχι βέβαια επειδή φταις, αλλά επειδή τώρα σου είναι αδύνατο να το πιστέψεις. Θα σου πω όμως ότι είσαι 100% μητέρα. Ακριβώς επειδή αισθάνεσαι έτσι. Ακριβώς επειδή μπορείς να αντιστέκεσαι στο μητρικό σου ένστικτο να αρπάξεις το παιδί και υπομένεις να το βλέπεις με δεκάδες σωληνάκια, παίρνοντας μάλιστα ακόμη και δύναμη από το ευάλωτο κορμί του. Θα σου πω ότι ο ήχος από το θήλαστρο κάποτε δεν θα υπάρχει στη ζωή σου, αλλά τώρα είναι εκεί για να σου υπενθυμίζει πως κάνεις κάτι χρήσιμο για το παιδί και – όσο κι αν σου φαίνεται αδιάφορο ή μάταιο – για σένα. Όπως και ο διαπεραστικός θόρυβος του αναπνευστήρα πάνω από το κεφάλι του, που νιώθεις να σου πληγώνει τα αφτιά, κάποτε δεν θα υπάρχει. Όμως τώρα είναι εκείνος που το κρατάει στη ζωή.

Είσαι όμως και συ. Η λαχτάρα σου να το πάρεις αγκαλιά. Η πίστη σου ότι θα τα καταφέρει. Οι κουβέντες που του ψιθυρίζεις πίσω από τις τρύπες του κουτιού, το χέρι σου στην πλάτη του. Μη σταματάς. Και είναι κι εκείνο που παλεύει με τον πιο δυνατό σύμμαχο στο πλευρό του: το ένστικτο της επιβίωσης. Ναι, ισχύει: τα πρόωρα είναι σπουδαίοι μαχητές κι αν έχεις βαρεθεί να ακούς «όλα θα πάνε καλά, θα δεις» και να μην το πιστεύεις, πίστεψε στις ιστορίες δίπλα σου. Μην χαμηλώνεις το βλέμμα στα πρόσωπα των άλλων γυναικών που θα συναντήσεις εκεί. Ξέρω, δεν θέλεις κανέναν τώρα, άλλα κάποιες από αυτές τις μητέρες μπορεί σε έναν χρόνο από σήμερα να είναι φίλες σου. Είναι οι μόνες που ξέρουν ακριβώς τι περνάς.

Πίστεψε ότι θα έρθει ο καιρός που το μωρό σου δεν θα έχει βελόνες στο σώμα, ούτε διάφανο δέρμα, αλλά θα τρώει και θα κοιμάται στη ζεστή αγκαλιά σου, στο σπίτι σας, εκεί που θα έπρεπε να είναι από την αρχή. Γιατί έτσι θα έπρεπε να έχει γίνει. Αυτό που συμβαίνει τώρα είναι άδικο και δεν υπάρχει κανείς που θα έπρεπε να σε πείσει για το αντίθετο. Μπορείς να απαιτήσεις να φύγουν όλοι, να μην σε παίρνουν τηλέφωνο και να μην ρωτάνε πεισματικά τι κάνει το μωρό, αν αυτό θέλεις. Οφείλουν να το σεβαστούν. Διότι αυτές είναι οι χειρότερες μέρες της ζωής σου και όποιος δεν το καταλαβαίνει, δεν χρειάζεται να είναι δίπλα σου. Αυτές είναι οι μέρες που σου επιτρέπεται να κλαις, να θυμώνεις, να απελπίζεσαι, να νιώθεις όλον τον πόνο που προκύπτει από την απόλυτη διάψευση του ονείρου σου και κυρίως από την αγωνία για την επιβίωση του μωρού σου. Είναι οι μέρες που η αγωνία σου δεν θα μοιάζει με καμιά άλλη αγωνία που έχεις μέχρι σήμερα βιώσει, αλλά είναι απολύτως λογικό.

Όμως να θυμάσαι: τα συναισθήματα αυτά δεν σε κάνουν αδύναμη. Το αντίθετο. Είναι τα συναισθήματα που θα σου αλλάξουν μια για πάντα τη ζωή. Γιατί περνώντας μέσα από αυτά θα δεις κάποτε τον εαυτό σου τελείως διαφορετικό. Ευγνώμων για το θαύμα που σου συνέβη. Ευγνώμων κάθε μέρα για το δώρο της ζωής. Και αυτή η ευγνωμοσύνη θα σου χαρίσει έναν ψυχισμό απαλλαγμένο από τα άγχη που είχες παλιά, θα σου χαρίσει μια ζωή με αληθινές προτεραιότητες. Τόσο ξεκάθαρες που θα σου είναι αδύνατο να στενοχωρηθείς εύκολα για κάτι άλλο. Και τόσο πραγματικές που μερικές φορές θα νιώθεις σοφή.

Φυσικά, δεν σε νοιάζει τίποτε απ’ όλα αυτά τώρα. Σε νοιάζει μόνο το παιδί σου. Και αυτό θα συνεχίζει να σε νοιάζει για την υπόλοιπη ζωή σου. Όμως αλλιώς. Έτσι όπως νοιάζει την κάθε μητέρα. Γιατί σε λίγο καιρό, όταν θα είστε μαζί, μακριά από εδώ, σε κάποια παιδική χαρά ή στο σουπερμάρκετ και θα σε ρωτάνε πόσο χρονών είναι και θα το ρωτάνε πώς το λένε και δεν θα υπάρχουν πια διορθωμένες ηλικίες ούτε πίνακες ανάπτυξης, άλλα το παιδί σου θα μοιάζει όμοιο με τα άλλα παιδιά και συ όμοια με τις άλλες μητέρες, θα χαμογελάς μέσα σου γιατί θα ξέρεις κάτι που εκείνες δεν ξέρουν. Ότι έχεις ένα παιδί θαύμα, έναν μικρό ήρωα που αναμετρήθηκε πολύ νωρίς με τις δυνάμεις του και τις ξεπέρασε. Και θα έχεις όχι έναν, αλλά πολλούς λόγους να νιώθεις περήφανη και δυνατή που είναι δικό σου παιδί. Πίστεψέ με, αξίζει τον πόνο.


Το κείμενο αυτό πρωτοσημοσιεύτηκε στο Τaλκ πριν από έναν χρόνο, στις 17 Νοεμβρίου 2013, Παγκόσμια Ημέρα Προωρότητας. 



3 Απριλίου 2014

Όσα μου έμαθε το πρόωρο μωρό μου

Πριν από τρία χρόνια γέννησα πρόωρα. Στις 31 εβδομάδες. Ένα μωρό που χρειάστηκε πολλά περισσότερα από το να μείνει λίγες μέρες στη θερμοκοιτίδα για να μεγαλώσει. Προτού βρεθώ αντιμέτωπη με την περιπέτεια της προωρότητας, δεν είχα ιδέα τι σημαίνει. Και σύντομα διαπίστωσα ότι οι περισσότεροι που δεν φόρεσαν την πράσινη φόρμα για να περιμένουν στην ουρά για το επισκεπτήριο, δεν είχαν ιδέα τι πέρναγα. «Γέννησα πρόωρα» τους έλεγα. «Αλλά όλα καλά, ε;» μου απαντούσαν. Αργότερα έμαθα ότι η προωρότητα αγγίζει ένα στα δέκα μωρά παγκοσμίως. Τα περισσότερα από αυτά επιβιώνουν με πολύ καλές προοπτικές ή με αντιμετωπίσιμα προβλήματα υγείας. Άλλα με σημαντικές αναπηρίες. Και άλλα δεν περνάνε ποτέ το κατώφλι του σπιτιού τους. Ωστόσο, το αληθινό πρόσωπο της προωρότητας δεν γίνεται ευρέως γνωστό. Οι γονείς δεν μιλούν γι’ αυτό. Ίσως επειδή πονάει πολύ. Η 17η Νοεμβρίου είναι η Παγκόσμια Ημέρα (κατά της Προωρότητας) και με αυτή την αφορμή θέλησα να γράψω τα όσα μου έμαθε αυτή η εμπειρία.

1. Ότι μία γέννηση δεν αποτελεί αυτονόητο happy end
Κι όταν η λεχώνα του διπλανού κρεβατιού πανηγυρίζει, εσύ μπορεί να πονάς γιατί δεν έχεις το παιδί αγκαλιά, να αγωνιάς για την επιβίωση και την υγεία του, να υποφέρεις γιατί πρέπει να γυρίσεις στο σπίτι με άδεια χέρια και να χρειαστεί να ζήσεις τις πιο δύσκολες ημέρες της ζωής σου περιφερόμενη σε εντατικές και γιατρούς, νιώθοντας ανήμπορη να προσφέρεις το παραμικρό στο πιο δικό σου πλάσμα. Και, ναι, αυτό το σοκ μπορεί να μην το ξεπεράσεις ποτέ.

2. Ότι το πιο σημαντικό στη ζωή σου είναι η ζωή του
Εντάξει, αυτό το αισθάνονται όλες οι μητέρες. Όμως εσύ θα αναγκαστείς να το συνειδητοποιήσεις από την αρχή. Γιατί όταν η επιβίωση του μωρού σου δεν είναι δεδομένη, καταλαβαίνεις ότι τελικά δεν έχουν τόση σημασία ούτε ο φυσιολογικός τοκετός, ούτε ο θηλασμός και τα ξενύχτια, ούτε ακόμη και τα δικά σου συναισθήματα μπροστά στη δική του ζωή.

3. Να ακούω το σώμα του (και το δικό μου)
Μπορεί να κοιμάται πολύ, να τρώει πολύ και ξαφνικά να φρενάρει και να ελαττώνει ποσότητες. Μπορεί να δυσκολεύεται να καταπιεί, να στηρίξει το σώμα του, να μην σε κοιτά στα μάτια... όμως ένα πρόωρο μωρό ξέρει καλά τι κάνει. Όπως άλλωστε ξέρει κάθε μωρό και κάθε ανθρώπινος οργανισμός τι χρειάζεται και τι να κάνει για να το αποκτήσει. Μεγαλώνοντας όμως ένα πρόωρο μωρό και παρακολουθώντας το με κομμένη την ανάσα, σύντομα διαπιστώνεις πως ό,τι κάνει έχει κάποιο σκοπό και κάποιο αποτέλεσμα. Και όταν το δεις, μαθαίνεις να έχεις εμπιστοσύνη όχι μόνο στο δικό του σώμα αλλά και στο δικό σου που ποτέ μέχρι τώρα δεν είχες παρατηρήσει.

4. Να αδιαφορώ εύκολα για τη γνώμη των άλλων
Προκύπτει από το Νο 2. Διότι αν ο σκοπός της ζωής σου είναι να μην αρρωστήσει το παιδί τον πρώτο χρόνο, είναι παιχνίδι για σένα να πετάξεις στα σκουπίδια σχόλια όπως: “το έχετε εσώκλειστο'', ''είσαι υπερβολική'', ''δεν κάνεις καλό στο παιδί'' και διάφορα άλλα που με ευκολία θα ξεστομίσουν όσοι βρέθηκαν απέξω. Κατ' επέκταση μπορείς εύκολα πλέον να πετάξεις στα σκουπίδια συμπεριφορές, υποχρεώσεις, δουλειές ακόμη και ανθρώπους που στάθηκαν ή στέκονται λίγοι. 

5. Ότι δεν υπάρχει η έννοια της τύχης και της ατυχίας
Γιατί τη στιγμή που θα ζηλέψεις το μωρό της διπλανής θερμοκοιτίδας επειδή άρχισε να σιτίζεται με γάλα, θα μάθεις ότι η μητέρα του είχε 4 αποβολές, έκανε 5 εξωσωματικές και ένα χειρουργείο στο έμβρυο για να μπορέσει να γεννήσει στην 29η εβδομάδα κύησης. Και την ίδια μέρα που βουλιάζεις στη δυστυχία, θα δεις το μωρό σου να αναπνέει χωρίς μηχανική υποστήριξη και θα αισθανθείς αμέσως η πιο ευτυχισμένη και τυχερή μητέρα του κόσμου.  

6. Ότι κανένα παιδί δεν είναι συγκρίσιμο
Κλισέ; Αν όλοι οι γονείς αγωνιούν για το πόσο τρώει, πότε θα περπατήσει και πότε θα μιλήσει το μωρό τους, η μητέρα ενός πρόωρου υποφέρει. Διότι το δικό της μωρό δεν συμβαδίζει με τους ρυθμούς ανάπτυξης των τελειόμηνων. Και ο μόνος τρόπος για να καταλάβει ότι κάνει λάθος που συγκρίνει το παιδί της είναι να επαναλάβει το λάθος της και να διαψευστεί. Η κόρη μου μέχρι τους 16 μήνες που περπάτησε, δεν έβγαζε παρά ελάχιστους ήχους. Δεκαπέντε μέρες αφότου στάθηκε στα πόδια της, άρχισε να φτιάχνει φράσεις, κάνοντάς με να αμφιβάλλω για μένα που αμφέβαλλα για εκείνη. Όχι μόνο δεν τη σύγκρινα ξανά, αλλά τότε μόνο είδα πως κανένα παιδί δεν είναι ίδιο με τα άλλα.

7. Να εμπνέω ασφάλεια, ενώ αισθάνομαι ανασφάλεια
Όσο εσύ αγωνιάς για το αν αναπτύσσεται σωστά και μετράς μέρες για το επόμενο κρίσιμο ραντεβού με τον αναπτυξιολόγο, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να κοιτάς το παιδί σου με σιγουριά και πίστη στις δυνατότητές του. Πρέπει να το κάνεις να αισθάνεται ασφαλές με τον ίδιο τρόπο που πρέπει να έχεις πίστη σε εκείνο, όταν μάχεται στη μονάδα εντατικής νοσηλείας. Το αξιοθαύμαστο όμως είναι ότι τη δύναμη στη δίνει το ίδιο σου το παιδί, ένα απολύτως ευάλωτο πλάσμα.

8. Να νιώθω ευγνώμων
Κάθε μέρα που περνάει, κάθε βράδυ που πέφτω να κοιμηθώ ένα μεγάλο ''ευχαριστώ'' με πλημμυρίζει. Το να βρεθείς σε απόσταση αναπνοής από την καταστροφή και να ξεφύγεις, επειδή έσκυψες να δέσεις τα κορδόνια σου, δεν είναι μικρό πράγμα. Και το να νιώθεις ευγνώμων επίσης.

9. Ότι όταν μοιράζεσαι, νιώθεις καλύτερα
Η γέννηση ενός πρόωρου μωρού είναι από μόνη της τραύμα. Μόνο όμως όταν μάθεις να το κοιτάς κατάματα και να μιλάς ανοιχτά γι' αυτό, μπορείς να ελπίζεις ότι ο πόνος θα ελαττωθεί.

10. Ότι το δικό σου τραύμα δεν πρέπει να επηρεάσει το παιδί
Οκ, θα το επηρεάσει, ας το πάρουμε απόφαση, διότι αν έχεις δει το παιδί σου μία φορά στην εντατική, θα έχεις πάντα μια τάση στην υπερπροστασία. Θα πρέπει όμως να μάθεις να πολεμάς τον εαυτό σου κάθε μέρα, για να χαρίσεις σε εκείνο μια φυσιολογική ζωή. Τη ζωή για την οποία αγωνίστηκε πιο σκληρά από τον οποιοδήποτε. Τη ζωή που του αξίζει.

Το κείμενο αυτό γράφτηκε για το ηλεκτρονικό περιοδικό imommy και πρωτοδημοσιεύτηκε εκεί με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Προωρότητας στις 17 Νοεμβρίου. 

14 Φεβρουαρίου 2014

Μαμά, μπαμπάς, ενός έτους

«Ο πρώτος χρόνος με το παιδί αφήνει σημάδια στη σχέση που καθόλου δεν μοιάζει με τα χαριτωμένα λιλιπούτεια ρουχαλάκια του μωρού» έγραφα πριν από περίπου 2 χρόνια. Μέρα που είναι, σκέφτηκα μήπως ενδιαφέρει.

Εκείνος και εκείνη γνωρίστηκαν σε μια συναυλία. Ακούγανε Ramones, Sex Pistols, Clash, Πάτι Σμιθ και τα συναφή. Αμετανόητα. Κανείς τους δεν φαντάστηκε ότι η φωνή του Τόλη Βοσκόπουλου θα ηχούσε κάποτε μελωδική στα αφτιά τους. Συνέβη όμως. Από τότε που μπήκε στη ζωή τους εκείνος ο άλλος, ο μικρός αλλά τόσο μεγάλος, άλλαξαν όχι μόνο τα μουσικά τους ακούσματα, αλλά και η σχέση τους και ολόκληρη η ζωή τους. Τώρα ακούνε φανατικά Τόλη. Σχεδόν κάθε βράδυ. Οποτε δηλαδή το μωρό τους υποφέρει από κολικούς. Διότι ένα απόγευμα που έκλαιγε σπαρακτικά, παρατήρησαν ότι τα δάκρυα σταμάτησαν όταν από την τηλεόραση έκανε ένα πέρασμα με «Αγωνία» ο Βοσκόπουλος. Το ξαναδοκίμασαν την επόμενη μέρα και το πείραμα πέτυχε. Ζήτησαν λοιπόν από φίλους και γνωστούς – η μισή ντροπή δική τους – να τους εφοδιάσουν με τα άπαντα του έλληνα τραγουδιστή και τώρα, σιγοτραγουδούν μαζί «Πριν χαθεί το όνειρό μας». Το περιστατικό δεν ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας. Είναι ένα από τα - καλύτερα ομολογουμένως - σενάρια που μπορούν να σου συμβούν τον πρώτο χρόνο της καινούργιας σου ζωής. Μιας ζωής τόσο διαφορετικής που μόνο με έκρηξη βόμβας θα μπορούσα να παρομοιάσω. Και πώς θα μπορούσε το ωστικό κύμα μιας τέτοιας έκρηξης να μην συμπαρασύρει την προσωπική σας σχέση; Οι εικόνες της απόλυτης οικογενειακής ευτυχίας, εκτός από ελάχιστες στιγμές, ανήκουν κάπου αλλού, σίγουρα όμως όχι σε αυτόν εδώ τον πρώτο χρόνο.

Απενοχοποίηση «Πώς τα πας με τον άντρα σου;» με ρώτησε διστακτικά μια φίλη, όταν η κόρη μου ήταν τεσσάρων μηνών και ο γιος της δύο. «Μια χαρά. Κοντεύουμε να χωρίσουμε» της απάντησα. Είχα διαβεί το κατώφλι της πρώτης hardcore περιόδου και μπορούσα πλέον να καταλάβω ότι το πεδίο μάχης που είχε στηθεί ανάμεσά μας, οφειλόταν ξεκάθαρα στην πιο μικρή μεγάλη μας αγάπη. «Θα περιμένω όμως να χρονίσει το παιδί για να αποφασίσω» συνέχισα, γελώντας, για να διακρίνω στο βλέμμα της μια ανακούφιση. «Αλήθεια; Νόμιζα ότι μόνο σε μας συνέβαινε». Όχι, δεν συμβαίνει μόνο σε σένα. Ούτε πειράζει που το απέραντο άγχος σου εκτοξεύεται με δηλητηριώδη βέλη εναντίον του. Η επιστήμη το λέει ξεκάθαρα. Κάθε μεγάλη – έστω και για το καλό - αλλαγή στη ζωή μας, φέρνει πρωτίστως στρες. Και το στρες φέρνει όλα τα άλλα.

Ασεξουάλ Λίγα τα λόγια σας. Διαφύλαξη προσωπικών δεδομένων, φυσικά. Πλην όμως, μία πληροφορία για τα εν οίκω μπορεί να σώσει κάποιον άλλο. Ορμονικώς βλέποντας τα πράγματα, κάποιες θέλουν, κάποιες όχι. Ψυχολογικώς ουδεμία. Ξέρω ζευγάρια που έκαναν και έξι μήνες να βρεθούν αγκαλιά και επέζησαν. Σε κάθε περίπτωση η ιδέα του σεξ αυτόν τον καιρό μοιάζει με μια καυτή πατάτα που προτιμάς να αποφύγεις – παραδόξως όχι πάντα - είτε γιατί η εκτίμησή σου για την εικόνα σου δεν είναι η καλύτερη, είτε γιατί οι αντοχές σου δεν επιτρέπουν παρεκτροπές από το πρόγραμμα, είτε απλούστατα επειδή προτιμάς να τον δείρεις από το να τον φιλήσεις.

Ανταγωνισμός Του δίνεις παγωμένο γάλα, το κάνει τον γύρο του θανάτου με το καρότσι, το κρατάς ασφυκτικά επάνω σου, το ξεσηκώνει με τα - μετά το βραδινό - παιχνίδια του. Ο «ξερολισμός» φτάνει στο σπίτι μαζί με το νεογέννητο, ενώ στην πραγματικότητα κανείς σας δεν έχει ιδέα από μωρά. Ακόμη προσπαθώ να καταλάβω αν πίσω από τα μαχαίρια βρίσκεται μια υποβόσκουσα ζήλια για το ποιον αγαπάει περισσότερο το μωρό. Η απάντηση πάντως είναι κανέναν. Με τη μητέρα του είναι ενστικτωδώς πιο δεμένο, με τον πατέρα του ίσως παίζει πιο διασκεδαστικά, σίγουρα όμως δεν μπορεί να αγαπήσει όπως εμείς έχουμε την αγάπη στο μυαλό μας.

Αγάπη. Επαναπροσδιορισμός. Όλα μεταβάλλονται και στη φάση της μετάλλαξης, δεν ξέρεις ποιον, πόσο και πώς. Ούτε και χρειάζεται. Θα την ακούσεις χιλιάδες φορές να διεκδικεί κάτι στο όνομά της. Θα την είχες φανταστεί διαφορετική. Να σε πλημμυρίζει και να αγκαλιάζει τους πάντες και τα πάντα γύρω σου. Λάθος. Η αγάπη τώρα δοκιμάζεται. Ακριβώς επειδή επαναπροσδιορίζεται. Μην βιαστείς να αποφασίσεις. Μπορεί και να τον αγαπάς ακόμη, ύστερα απ’ όλα αυτά. Τα παραπανίσια κιλά και των δυο σας, τους λεκέδες στα ρούχα, τα νεύρα, τα κλάματα, τις φωνές, την κατάθλιψη, τα ξενύχτια, τη μόνιμη ακαταστασία στο σπίτι, την απουσία προσωπικού χρόνου, την ανελευθερία του να μην κάνεις ό,τι θες στον χώρο σου.

Ανηλικίωση. Ημουν το μωρό του και τώρα είναι εκείνη. Ηταν ο Mr «γούτσου-γούτσου» και τώρα είναι εκείνη. Ο παλιμπαιδισμός της σχέσης δεν υπάρχει πια. Στη θέση του βρίσκεται ένα κενό. Ωσπου να βρεθεί η νέα ισορροπία. Μοιάζει σαν να σου ζητάνε να συμπεριφερθείς σαν μεγάλος με μια μπουνιά, απέναντι στον μοναδικό ίσως άνθρωπο που μπορούσες να παριστάνεις την αιωνίως πιτσιρίκα. Όχι μόνο με σοβαροφάνεια, αλλά και με αληθινή ωριμότητα. Σε εμάς πήρε μόλις μία μέρα. Την ημέρα που τη φέραμε σπίτι σε ένα κάθισμα αυτοκινήτου. Ανοιξε για λίγο τα μάτια της να δει ποιοι την παίρνουν και βυθίστηκε ξανά. Τόσο γαλήνια, μικροσκοπική και ανυπεράσπιστη που δεν θα μπορούσες να φανταστείς τα όσα ήταν ικανή να επιφέρει. Σάρωσε μέσα σε μια τόσο δα στιγμή όλα όσα ξέραμε για συναισθήματα. Κι ύστερα, μέρα με τη μέρα, άρχισε να βάζει στη ζωή μας όση παιδικότητα μπορεί να κρύβει μια ενηλικίωση.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό ΒΗΜΑdonna, τον Απρίλιο του 2012.

11 Μαΐου 2013

Το (πρώτο) δώρο μου

Την πρώτη φορά που γιορτάζεις επισήμως ως μητέρα αποκλείεται να πάρεις δώρο από το μωρό σου, σκεφτόμουν, καθώς περίμενα στην ουρά για το επισκεπτήριο. Μέσα στη μιας χρήσης πράσινη φόρμα μου, προσπαθούσα να κάνω διάφορους τέτοιους συλλογισμούς, για να μην απασχολώ το μυαλό μου με το προφανές: το παιδί μου ήταν στην εντατική μονάδα για τα πρόωρα και το τριαντάφυλλο που μου έδωσε το προσωπικό του μαιευτηρίου, μου υπενθύμιζε τον σκληρό τρόπο με τον οποίο γιόρταζα.
Ωστόσο, εκείνη την Κυριακή, το απόγευμα, μια έκπληξη με περίμενε. Περνώντας το κατώφλι της εντατικής, στο πρώτο κουτί αριστερά, το γνώριμο «μπιιιπ» δεν ακουγόταν πια. Ένα μεγάλο καλώδιο έλειπε. Πλησιάζοντας, την βρήκα να αναπνέει μόνη, χωρίς καμία μηχανική υποστήριξη. Η 25 ημερών κόρη μου είχε καταφέρει - συμπτωματικά εκείνη την ημέρα - να κερδίσει μία μεγάλη μάχη και να μου κάνει το πρώτο δώρο της στην πρώτη μου γιορτή, δηλώνοντας περίτρανα την αυτονομία της. Παράλληλα, μου έδωσε και ένα τεράστιο μάθημα: ότι δεν υπάρχει τύχη και ατυχία. Γιατί εκείνη τη στιγμή, μέσα στην προφανή ατυχία μου, ζούσα μια απίστευτα ευτυχισμένη και τυχερή στιγμή.  
Από τότε συνεχίζει να με μαθαίνει, όσο κι αν θέλουμε να πιστεύουμε ότι τη μαθαίνω εγώ. Και συνεχίζει να έχει προτεραιότητα στη ζωή μου όσο κι αν θα θέλαμε σαν μοντέρνες μαμάδες να πιστεύουμε ότι δεν αλλάζει και τίποτε με τον ερχομό του πρώτου μας παιδιού. Αλλάζει. Ακούγεται κλισέ, αλλά στην καινούργια σου ζωή δεν πρωταγωνιστείς εσύ. Δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να θυσιαστείς, να γίνεις χαλί να σε πατήσει ένα μωρό, να εξαφανιστείς από το πλάνο, όμως αναγκαστικά θα μπεις σε δεύτερη μοίρα. Τουλάχιστον τον πρώτο καιρό – νομίζω και τον δεύτερο και τον τρίτο, αλλά ακόμη δεν το ξέρω από πρώτο χέρι. Ένα απλό παράδειγμα: επιστρέφεις από το γραφείο και θες αμέσως να κάνεις ένα ντους και να φας. Απλώς δεν μπορείς. Υπάρχει κάποιος εκεί πέρα που κλαίει ή γελάει, πρέπει να κάνει πρώτος μπάνιο για να φάει και να κοιμηθεί στην ώρα του – και αυτή είναι η πιο απλή και συνηθισμένη κατάσταση. Θα μάθεις να τρως στο πόδι, να βγαίνεις ελάχιστα, αφού πρώτα έχεις συντονίσει έναν στόλο, να ψωνίζεις λιγότερο, να κοιμάσαι όποτε θέλει, να βάζεις στην άκρη τα ραντεβού με την αισθητικό για να την πας βόλτα στις κούνιες. Ακούγονται αστεία; Είναι. Γιατί το μεγαλύτερο μάθημα που σου δίνει ένα παιδί είναι η ασημαντότητα των όσων μέχρι πρότινος θεωρούσες σημαντικά, συμπεριλαμβανομένου και του εγωκεντρισμού σου. Όταν όμως καταφέρεις να μπεις εσύ σε δεύτερο πλάνο στη ζωή σου, όσο κι αν αυτό σε χαλάει, σε κουράζει, σε εξουθενώνει εκ πρώτης όψεως, τότε ίσως μπορέσεις να αδειάσεις από τα άχρηστα και να νιώσεις λυτρωμένη. Κι αυτό είναι ένα σπουδαίο δώρο.
Η δουλειά της μητέρας είναι ζόρικη. Ο ρόλος της δύσκολος έως και άχαρος. Διότι είναι εκείνη που πρωτίστως οφείλει να. Κι εκείνη που πρωτίστως θα κριθεί. Κι αν δεν καταφέρει να ξεπεράσει τον εαυτό της, μπορεί και να χάσει το παιχνίδι. Από τους υπόλοιπους τέτοια απαίτηση δεν υπάρχει. Η γιορτή της θα μπορούσε να είναι άλλο ένα αφόρητο, γλυκερό κλισέ. Με πολύχρωμα λουλούδια, μανούλες που δακρύζουν, στυλιζαρισμένα φιλάκια και αγκαλίτσες για διαφημιστικές αφίσες στα ανθοπωλεία. Δεν είναι όμως. Είναι μια μικρή παύση για να θυμηθώ τα μικρά, μεγάλα κατορθώματά του παιδιού μου και να νιώσω ευγνώμων για τα μαθήματα που μου δίνει. Τον ρόλο τον επέλεξα. Δεν υποχρεούται κανείς να μου χαρίσει λουλούδια γι’ αυτό. Συνεχίζω μάλιστα καθημερινά να επιλέγω πώς θα τον παίξω. Δεν θέλω κανένα βραβείο. Θα μου άρεσε όμως εκείνη κι εγώ, καθώς τα χρόνια θα περνούν, να μπορούμε να διακρίνουμε τα αληθινά δώρα της σχέσης μας. Και να νιώθουμε όμορφα.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο site του ΒΗΜΑDONNA στις 13/5/2012 http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=457479

10 Μαΐου 2013

Μαμά μου, αρχίζω να σου μοιάζω!

«Α, δεν ξέρω, αλλά εγώ αν κάποτε γίνω μαμά, δεν πρόκειται να αλλάξω την ώρα του μπάνιου μου. Θα πηγαίνουμε στη θάλασσα μεσημεράκι» λέει με σιγουριά η συνάδελφος, όταν της ανακοινώνω ότι το καλοκαίρι κάνω τις βουτιές μου νωρίς το πρωί και αργά το απόγευμα. «Μας τα ’παν κι άλλοι» σκέφτομαι, αλλά δεν θέλω να της απαντήσω με το κλισέ των κλισέ. Τώρα που λούστηκα όσα μαμαδίστικα κορόιδευα – και συνεχίζω να γίνομαι γραφική στα μάτια μου, λέγοντας και πράττοντας αυτά που κάποτε αρνήθηκα – θέλω τουλάχιστον μία μάχη να την κερδίσω: να μην πω ποτέ «όταν γίνεις μάνα θα καταλάβεις».

Και ελπίζω να το πετύχω, διότι τελικά η μητρότητα σε φέρνει αντιμέτωπη όχι μόνο με τα δικά σου όρια, αλλά και με αυτά της δικής σου μαμάς και όλων των μαμάδων της διπλανής και παραδιπλανής πόρτας που βρέθηκαν κάποτε εκεί που είσαι τώρα, με αποτέλεσμα αυτό το γενικευμένο πρότυπο μαμάς να έχει χαραχτεί τόσο στη μνήμη σου, ώστε να ανασύρεις ατυχείς στιγμές του κάθε τρεις και λίγο.

«Τη στιγμή που ξεστόμισα στην παραλία ‘Δημήτρη, έλα να φας το αβγό σου ΤΩΡΑ’ κατάλαβα ότι έχω χάσει εντελώς την μπάλα» μου εξομολογήθηκε μια φίλη, μητέρα ενός τρίχρονου αγοριού. Αν την άκουγα πριν από δύο χρόνια, θα την κορόιδευα. Τώρα, απλώς γελάω με συγκατάβαση. Εγώ που δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί είναι τόσο σημαντικά τα απολύτως αυτονόητα κατορθώματα των παιδιών, να ’μαι τώρα μπλεγμένη σε ατελείωτες συζητήσεις για το πόσο - και τι – τρώει, αν κοιμάται σερί, πότε περπάτησε και αν λέει κουβέντες.

Και αυτά δεν είναι τα χειρότερα. Είμαι από εκείνες που αφήνουν το παιδί τους να πηγαίνει στον κόσμο και να παίρνει τα παιχνίδια των άλλων παιδιών, γιατί θέλω να γίνει κοινωνική και να μάθει να διεκδικεί. Κατανοώ τη γειτόνισσα που ούρλιαζε πέρσι στον γιο της, τη στιγμή που η κόρη μου αρνείται πεισματικά να της φορέσω πάνα και, ναι, της έχω ρίξει και μία στον ποπό, ξέροντας μάλιστα ότι δεν πρόκειται να την παραδειγματίσει ή να την ωφελήσει σε κάτι, αλλά πρόκειται απλώς να εκτονώσει τα δικά μου νεύρα.

Μπορώ επίσης να διακτινιστώ νοητά στο μέλλον και να καταλάβω τη μητέρα που καμαρώνει σαν γύφτικο σκερπάνι για την πρώτη μέρα του παιδιού της στο σχολείο. Μπορώ να με φανταστώ να φωνάζω: «Ντύσου καλά, θα κρυώσεις», «Πάρε με τηλέφωνο, όταν φτάσετε», «Μην ανεβείς στη μηχανή» και να μελαγχολώ που δεν μου μίλησε όταν μπήκε σπίτι, γιατί είχε τα νεύρα της.

Υ.Γ. για την κόρη μου

Ξέρω, είμαι ήδη μια φρικτή καρικατούρα μάνας. Αλλά έχω αρκετές δικαιολογίες και θα σου τις πω. Από τη στιγμή που γεννήθηκες, το γάλα απέκτησε τεράστια σημασία – στη συνέχεια καθετί που έβαζες στο στόμα. Οι πάνες σου έγιναν σχεδόν φετίχ. Τα καλοκαίρια ήθελα να σε προστατεύσω από τον απειλητικό ήλιο και τους χειμώνες να είσαι ζεστή. Ηθελα να νιώθεις ασφάλεια επειδή οι ανάγκες σου ικανοποιούνται μόλις τις αισθανθείς. Ηθελα να έχεις γύρω σου κι άλλα παιδιά για να περνάς πιο ευχάριστα, αλλά να έχω δίπλα μου και ’γω άλλους γονείς και για να είμαι πιο σχετική και πιο ευχάριστη μαζί σου. Ηθελα να μην εγκαταλείψω τα ενδιαφέροντα που είχα προτού έρθεις, για να μην με χάσω και να μη χάσεις. Ομως από τη στιγμή που ήρθες στη ζωή μου άλλαξα πολύ. Δεν το είχα ξανακάνει και μερικές φορές μου έσπαγαν τα νεύρα και ξέσπαγα. Αν ακούγομαι σαν τη μάνα μου και σαν όλες τις μαμάδες είναι επειδή εν μέρει το θέλω. Επειδή όλα αυτά που εκείνες έκαναν είχαν τελικά το αποτέλεσμα να μεγαλώσουν τα παιδιά τους και να ξεπεράσουν σε κατορθώματα και προσδόκιμο ζωής τις παλιότερες γενιές. Οι χειρισμοί τους καταγράφηκαν - φαίνεται -στη συλλογική μνήμη ως επιτυχείς στο σύνολό τους. Τους ατυχείς όσο αυστηρά κι αν τους έκρινα πριν, δεν μπορώ πλέον. Ισως πέρασα σε άλλη πίστα, αυτή που κάποτε θα επιφέρει χάσμα ανάμεσά μας, αλλά που τώρα μας κρατάει ενωμένες. Στις μεγάλες κουβέντες κρατάω πια μεγάλη ομπρέλα. Και αποφεύγω να κοροϊδεύω τις άλλες μαμάδες. Οι επιλογές μου στην κρίση σου.

Το κείμενο αποτελεί μέρος του άρθρου που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΒΗΜΑDONNA, τεύχος Οκτωβρίου 2012, του Βήματος της Κυριακής, με τίτλο: «Κλισέ μην πεις ποτέ».

8 Απριλίου 2013

Ανισόρροπη είναι και φαίνεται

Τα μάτια μου τρέχουν στις αράδες που έχω απέναντί μου στην οθόνη του υπολογιστή, όταν χτυπάει το τηλέφωνο του γραφείου. Δεν προλαβαίνω να απαντήσω, διότι την ίδια ώρα χτυπάει και το κινητό. «Καλημέρα σας, η παιδίατρος δεν μπορεί να δει τη μικρή αύριο, ίσως την άλλη εβδομάδα». Τσεκάρω στην ατζέντα μου τα ραντεβού της επόμενης εβδομάδας, αλλά το άλλο τηλέφωνο δεν σταματάει. Με παίρνουν από το σπίτι επίμονα και ανησυχώ μήπως έπαθε κάτι. Το σηκώνω ενώ η γραμματέας περιμένει στην άλλη γραμμή, ακούω την art director του περιοδικού να με φωνάζει από το ατελιέ, η ατζέντα μπερδεύεται με τις μακέτες, τα χέρια μου κάνουν σβούρες γύρω από το σώμα μου και το βλέμμα μου προσπαθεί να πει «έρχομαι», ενώ η φωνή μου θέλει να πει «μπράβο». Η κόρη μου ισορρόπησε όρθια!
Ευτυχώς που κάποιος ισορροπεί σε όλη αυτή την ιστορία, σκέφτομαι, διότι για μένα, η έννοια αυτή ανήκει στη σφαίρα του ουτοπικού, όσο καιρό προσπαθώ να συνδυάσω μητρότητα, εργασία και προσωπική ζωή. Εκτός και αν είχα οκτώ χέρια. Με το ένα να την κρατάω αγκαλιά, με το άλλο να της δίνω το αβγό της, με ένα τρίτο να μαγειρεύω, με ένα τέταρτο και ένα πέμπτο να γράφω, με ένα έκτο να μιλάω στο τηλέφωνο για όσα πρέπει, με ένα έβδομο να μαζεύω τα παιχνίδια της και με ένα όγδοο να βάφομαι για να βγω από το σπίτι. Διότι με τα δύο που διαθέτω και με τα χίλια δυο που έχω στο κεφάλι μου, κάτι θα ξεχάσω, κάπου θα με παρατήσω, κάποιον θα παραμελήσω. Μπορεί να είναι ο ευγενικός συνάδελφος του οποίου το κείμενο διάβαζα, όταν χτύπησε το τηλέφωνο, και δεν του είπα τη γνώμη μου για το κομμάτι του. Μπορεί να είναι οι πάνες, που τελείωσαν αιφνιδιαστικά – κακά τα ψέματα, οι άντρες δεν ξέρουν ούτε πόσες πάνες υπάρχουν, ούτε πότε πρέπει να αγοραστούν καινούργιες, ούτε πότε θα γίνει το επόμενο εμβόλιο. Μπορεί να είναι μια καλημέρα σε εκείνον – τον ίδιο που αγνοεί τις πάνες και τα εμβόλια. Μπορεί να είναι μια επίσκεψη στο κομμωτήριο ή απλώς το μεσημεριανό μου. Ο,τι και να ’ναι, άνθρωπο που έχει τα πάντα υπό έλεγχο δεν με λες.
Αυτή που υποστηρίζει ότι μπορεί να είναι καλή μητέρα, καριερίστα και υπέροχη σύζυγος, ας έρθει να τη γνωρίσω. Διότι, κατ’ εμέ, είναι είτε υπεράνθρωπη, είτε πολύ πλούσια, είτε στην απλούστερη εκδοχή αυτοαπασχολούμενη. Μια γυναίκα που έκανε οικογένεια δεν μπορεί να τα έχει όλα. Τουλάχιστον όχι με τις υπάρχουσες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Ο φεμινισμός, που αναμφισβήτητα μας βοήθησε, μας έφερε στη θέση του πολυεργαλείου, που ποτέ δεν σταματά και ποτέ δεν ολοκληρώνει. Η γυναίκα-χταπόδι απέχει από τον σύγχρονο άντρα ένα ολόκληρο new gender gap, όπως αποκαλείται από τους οικονομολόγους Γουόλφερς και Στίβενσον. Που σημαίνει ότι οι γυναίκες σήμερα, όχι μόνο δεν μπορούν να εξελιχθούν επαγγελματικά όσο οι άντρες, αλλά είναι και λιγότερο ευτυχισμένες σε σχέση με τις μητέρες τους. Και αν κάποιες θέλουν να κάνουν καριέρα και παραγκωνίζονται από τον συνάδελφο που μένει με τις ώρες σε ένα άδειο γραφείο, σκεφτείτε κι εκείνες τις μητέρες που είναι χωρισμένες ή παλεύουν να βρουν δουλειά ή στηρίζουν τους άντρες τους που δεν έχουν δουλειά. Δεν ανησυχούν για το αν μπορούν να τα έχουν όλα, αλλά για να διατηρήσουν τα υπάρχοντα.



Οχι, δεν χρειάζεται να διαλέξουμε ανάμεσα σε καριέρα και οικογένεια. Χρειάζεται, όμως, να συμφιλιωθούμε με την πραγματικότητα. Με το γεγονός ότι όταν ένα παιδί κάνει τα πρώτα του βήματα και θες να είσαι εκεί, δεν μπορείς ταυτόχρονα να είσαι και στο γυμναστήριο, σμιλεύοντας το κορμί σου για να του αρέσεις, για να σου αρέσεις. Θα πρέπει να ρίξεις για λίγο τα μούτρα σου και να παραδεχτείς στους συναδέλφους σου ότι άργησες, γιατί ήταν η σειρά σου να πας τα παιδιά στο σχολείο και έπεσες στην κίνηση. Τα μαλλιά μου τα έκοψα κοντά, στο κολυμβητήριο δεν προλαβαίνω να πάω, η γυμναστική μου είναι τώρα οι βόλτες με το καρότσι. Εκείνος που αγαπώ με ανέχεται με λίγη παραπανίσια κοιλίτσα και εκείνοι με τους οποίους δουλεύω με δέχονται με λίγη παραπάνω κούραση. Τους ευχαριστώ και είμαι έτοιμη να ανταποδώσω. Ξέρω πια από πρώτο χέρι ότι κανείς δεν είναι τέλειος. Ελπίζω να το καταλάβει κι εκείνη και να μη με κρίνει αυστηρά, όταν μεγαλώσει, διότι σίγουρα δεν είμαι ούτε τέλεια μάνα. Είναι κάποια βράδια που δεν μπορώ να κουνηθώ από την κούραση για να πάω κοντά της, όταν ξυπνάει κλαίγοντας. Και κάποια πρωινά που δεν προλαβαίνω να την πάω στις κούνιες. Είναι φορές που μπαίνω στο σπίτι αγέλαστη και ελπίζω να μην το παρατηρήσει. Είναι και μερικές που θα ευχόμουν να είχε κοιμηθεί. Να μπορέσω να χορτάσω την πείνα μου, με την ησυχία μου. Να μιλήσω μαζί του όπως παλιά. Να κοιτάξω τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Βλέπω, όμως, τα σχιστά μάτια της και τα αραιά δόντια της να μου χαμογελούν. Ξαφνικά, η καθημερινότητα του γραφείου φαντάζει μακρινή, η κολλητή μου πάλι δεν θα με ακούσει στο τηλέφωνο και η συμπλήρωση της φορολογικής δήλωσης θα αναβληθεί για μία ακόμη φορά. Η υπόλοιπη ζωή μου αναγκαστικά θα περιμένει λίγο. Κι εγώ θα πέσω από το τεντωμένο σχοινί μου και θα βουλιάξω στην κρυφή γοητεία της ανισόρροπης εκδοχής της. Η αλήθεια του χάους μου είναι τελικά καλύτερη από το ψέμα της αρμονίας που οι άλλοι περιμένουν από μένα να ζήσω.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΒΗΜΑDONNA και στη συνέχεια στο site του Βήματος της Κυριακής την 1/8/2012 http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=469241

3 Απριλίου 2013

Ας πέσουν οι ταμπέλες

Είχα πειστεί για την παροιμιώδη εσωστρέφειά μου, όταν η μικρή άρχισε να μου δείχνει επίμονα το καρότσι στην άλλη άκρη του πάρκου. Εκανα την πάπια. Θα το ξεχάσει, σκέφτηκα. Με ποια δικαιολογία να πάω να στηθώ στα καλά καθούμενα πάνω από το καρότσι ενός άλλου μωρού; Και τι να λέμε; Εσάς πόσο είναι και διάφορα τέτοια άνευ ουσίας; Σε δύο λεπτά ήμασταν εκεί. Χαμογελούσα με αμήχανη κοινωνικότητα σε ένα άγνωστο μικρό αγόρι και στον παππού του, βγάζοντας από το στόμα μου όλα όσα τόσα χρόνια θεωρούσα ανούσια έως και ενοχλητικά. Η κόρη μου ήθελε γνωριμίες.

«Βλέπεις Γιώργο, το κοριτσάκι είναι μεγαλύτερο από σένα», είπε ο παππούς. «Δεν νομίζω, πόσο είστε;». Η αλήθεια με δικαίωσε. Τα παιδιά είχαν ακριβώς την ίδια ηλικία, την ίδια μάλιστα ημερομηνία γέννησης, και τις ίδιες περίπου διαστάσεις, αν εξαιρέσεις ότι εκείνος σαν αγόρι ήταν κάπως πιο ευτραφής και τύχαινε να έχει πιο μακριά μαλλιά. Για τον παππού του όμως ο Γιώργος έδειχνε μικρότερος. «Ε, τα κορίτσια κάνουν περισσότερα νάζια. Είναι πιο προχωρημένα». Μπα. Και πάλι, αν εξαιρέσεις την πρωτοβουλία που πήρε η δική μου – γυναικείο γνώρισμα η πρωτοβουλία - να κατευθυνθούμε προς το καρότσι, καμία διαφορά στις αντιδράσεις δεν έβλεπα. Ημουν μάλιστα έτοιμη να αρχίσω να εξιστορώ ότι η κόρη μου είναι πρόωρη, γεγονός που δικαιολογεί στα παιδιά να μένουν λίγο πιο πίσω από τη χρονολογική ηλικία τους, αλλά κάτι με σταμάτησε. Ηταν η ταμπέλα που σχεδόν φωσφόριζε πάνω από το κεφάλι του Γιώργου «Δείχνω μικρότερος από την ηλικία μου». Η ίδια που αναβόσβηνε πάνω από το κεφάλι της δίχρονης πιτσιρίκας που συναντήσαμε τις προάλλες κι έλεγε «Είμαι πετσί και κόκαλο», ενώ «βλέπεις το κοριτσάκι, αν και μικρότερο, τρώει όλο του το φαγητό» (το σχόλιο άλλου παππού για τη δική μου).

Σκέφτηκα τότε ότι η ταμπέλα της κόρης μου θα μπορούσε να λέει για μια ζωή «Είμαι πρόωρη», αλλά δεν θα της άξιζε. Στην πραγματικότητα δεν θα της άξιζε καμιά ταμπέλα, που με ευκολία θα της φορούσα, απλώς και μόνο για να εκφράσω τις δικές μου ανασφάλειες, ταλαιπωρίες και τραύματα. Μόνο τώρα όμως από τη θέση της μαμάς μπορώ να καταλάβω τον αυτοματισμό με τον οποίο τις βάζουμε στα παιδιά μας. Κλαίει; Είναι γκρινιάρα. Γελάει; Είναι χάχας. Δεν μιλάει; Είναι αντικοινωνικός, μαζεμένος, ντροπαλός, μπουμπούνας. Δεν περπατάει; Είναι βούδας. Στις κούνιες, στο άλσος, στον δρόμο, οσονούπω και στη θάλασσα η αγωνία των γονιών βγαίνει βόλτα με τα πιτσιρίκια τους. Και δυστυχώς παίρνουν μαζί τους για παρέα τις συγκρίσεις. «Ο δικός μας δεν μιλάει ακόμη. Η δική σας λέει καμιά λεξούλα;». Αν λέει, τότε ο δικός τους ενδέχεται να υποστεί το «Ορίστε Δημήτρη, το κοριτσάκι μιλάει. Μίλα της κι εσύ».

Σας διαβεβαιώνω ότι είμαι μια κατεξοχήν αγχωμένη μαμά - με ρεαλιστικές και μη ανησυχίες – και κατανοώ όσο δεν πάει την αγωνία του να είναι το παιδί σου γερό και νορμάλ με την όποια έννοια δίνει ο καθένας στον όρο. Όμως ένα παιδί που δεν μιλάει ακόμη, δεν σημαίνει ότι δεν ακούει ή ότι δεν καταλαβαίνει. Την απαξίωση, την απογοήτευση, το παράπονο, τη σύγκριση, θα τα εισπράξει. Και θα μάθει από τότε που δεν θα θυμάται τον εαυτό του ότι είναι μπουμπούνας. Κι όταν αργότερα θα το πληροφορήσουν τι σημαίνει η λέξη, θα ξέρει σαν έτοιμο από καιρό να συμπεριφερθεί ανάλογα. Η συνταγή είναι τόσο απλή όσο και μια πράξη αριθμητικής. Οι ειδικοί του κόσμου όλου συμφωνούν, εμείς ως σύγχρονοι γονείς, είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε, επιμένουμε όμως να βάζουμε ταμπέλες στα παιδιά μας, όμοιες με αυτές που μας φόρεσαν κάποτε κι εμάς. Ταμπέλες που στην καλύτερη περίπτωση επιβεβαιώνουν τον δικό μας φόβο και στη χειρότερη χαρίζουν έναν χαρακτήρα στο παιδί για να φοράει μια ζωή.

Γι’ αυτό προτού μιλήσω για την κόρη μου, κοιτάζω επάνω από το κεφάλι μου τη δική μου ταμπέλα. Ντροπαλή. Παίρνω μια γόμα και τη σβήνω. Υστερα βουτάω τη μικρή από τα χέρια και κατευθυνόμαστε με βήμα σίγουρο προς το παιδάκι που διάλεξε. «Να ’μαστε και ’μεις!» λέω. Η συστολή μου έχει πάει περίπατο. Σε διαφορετική ρότα από τη δική μας. Δεν γίνεται αλλιώς. Αν θέλω να μην της βάζω ταμπέλες, για να γίνει όλα όσα μπορεί, με πίστη στις ικανότητές της, πρέπει να τις βγάζω καθημερινά από εμένα. Αν δείτε λοιπόν μια κοινωνική μαμά στις κούνιες, μαζί με ένα κοριτσάκι που προσπαθεί να περπατήσει και επιμένει να δείχνει με το δάχτυλο τον τελικό προορισμό του, μπορεί να είμαι εγώ. Αλλάζουν οι άνθρωποι. Πόσο μάλλον τα μωρά.

To άρθρο δημοσιεύτηκε στο ένθετο γυναικείο περιοδικό του Βήματος της Κυριακής, ΒΗΜΑDONNA, στο τεύχος Ιουλίου 2012, με τίτλο: ''Κάτω από την ταμπέλα''.

28 Μαρτίου 2013

Η μάνα η σωστή

Σάββατο πρωί, στο σουπερμάρκετ της γειτονιάς μου, η ουρά στα τυριά παρακολουθεί με εκφράσεις αμηχανίας την περίπου τρίχρονη πιτσιρίκα που σέρνεται απαρηγόρητη στα πατώματα και ζητάει τη μαμά της. Κάνω το λάθος να εμπλακώ στην αναζήτησή της, αλλά με πληροφορούν ότι στέκεται στο τέλος της γραμμής. Την κοιτάζω. Δείχνει να την ενοχλεί περισσότερο ότι το νούμερο 98, που έχει κόψει, αργεί ακόμη, παρά το ότι το σπλάχνο της σπαράζει, γλείφοντας τα πλακάκια για να τραβήξει την προσοχή της. Εγκλημα ή μέθοδος διαπαιδαγώγησης;
Το σωστό και το λάθος στο κεφάλαιο «Παιδί» σηκώνει μεγάλη συζήτηση και ακόμη μεγαλύτερη διαμάχη. Οπως αυτή που προκάλεσε η Κινέζα Εϊμι Τσούα με το βιβλίο της «Μητέρα τίγρη» (εκδ. Παπαδόπουλος). Επειδή έγραψε πως «αντίθετα με την αμερικανίδα μητέρα που πανηγυρίζει στις κερκίδες την επιτυχία του τέκνου της, η κινέζα μητέρα πιστεύει ότι (1) τα σχολικά καθήκοντα προέχουν πάντα, (2) οποιοσδήποτε βαθμός εκτός από το άριστα είναι ένας κακός βαθμός, (3) τα παιδιά σου πρέπει να είναι δύο χρόνια μπροστά από τους συμμαθητές τους στα μαθηματικά…» και άλλα παρεμφερή που εν ολίγοις θέλουν τη μητέρα μια Σπαρτιάτισσα να πολεμάει για να μεγαλώσει επιτυχημένα παιδιά.
Στον αντίποδα βρίσκεται ο δυτικός τρόπος ανατροφής που συνοψίζεται στο «Bringing Up Bébé» της Αμερικανίδας Πάμελα Ντράκερμαν, μιας ρεπόρτερ που βρέθηκε να ζει στο Παρίσι και θαύμασε τη σοφία των Γαλλίδων όσον αφορά την ανατροφή των τέκνων τους. Ο κανόνας στη Γαλλία, συμπεραίνει, είναι η χαλαρότητα. Το σωστό για ένα μωρό δεν είναι να πέσεις με τα μούτρα επάνω του, αλλά να συμπεριφερθείς σαν να μην έχει αλλάξει τίποτε στη ζωή σου. Ετσι, από τους πρώτους κιόλας μήνες, θα αναγκάσεις το παιδί να ενταχθεί εκείνο στον τρόπο με τον οποίο ζεις. Ο θηλασμός εδώ δεν κρίνεται απαραίτητος, το πρώτο μέλημά σου πρέπει να είναι η επιστροφή στον σέξι εαυτό σου και όταν κλαίει το βρέφος δεν τρέχεις να το πάρεις αγκαλιά. Γενικότερα, πριν από κάθε απαίτηση του παιδιού, γκρίνια, παροξυσμό κτλ., εσύ κάνεις ενός λεπτού παύση. Οι σωστοί γονείς, καταλήγει η Ντράκερμαν, είναι αυτοί που δεν τρέχουν να ικανοποιήσουν κάθε καπρίτσιο, που δεν αντιδρούν νευρωτικά και που με το παράδειγμά τους διδάσκουν υπομονή και πειθαρχία τα πιτσιρίκια, ώστε και εκείνα στη συνέχεια να κάθονται ήσυχα στο τραπέζι, στις κοινωνικές εκδηλώσεις, στον παιδικό σταθμό.
Αν και αρχικά η δυτική πρακτική φαίνεται πιο εύπεπτη και συμπαθητική στα μάτια μιας ελληνίδας μαμάς, σε μια δεύτερη ανάγνωση, θεωρώ ότι δεν απέχει και πολύ από τη μέθοδο των κινέζικων βασανιστηρίων. Με την έννοια ότι είναι και οι δύο προμελετημένες, άρα απουσιάζει ο αυθορμητισμός, και αρκούντως χειραγωγικές. Κατανοώ ότι και οι δύο προκύπτουν από τη γονεϊκή αγάπη και τον ύψιστο στόχο της ευτυχίας των παιδιών. Δεν αμφισβητώ, επίσης, το γεγονός ότι ως γονιός οφείλεις να κάνεις μερικές φορές την καρδιά σου πέτρα και να ακολουθήσεις τον τραχύ τον δρόμο, ώστε τα παιδιά να μάθουν τα απαραίτητα για την ολοκλήρωσή τους όρια. Αλλά για πόση ώρα μπορείς να αφήσεις ένα μωρό να κλαίει χωρίς να πας κοντά του; Και πώς μπορείς να προσποιηθείς ότι η ζωή σου κυλάει φυσιολογικά με τον ερχομό του πρώτου σου παιδιού, όταν μοιάζει με βομβαρδισμένη πολιτεία; Και εν τέλει, αν ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, και θες πράγματι να είσαι μια σωστή μητέρα, γιατί να μη βάλεις για λίγο στην άκρη το σέξι, στενό τζιν σου, προκειμένου να θηλάσεις λίγους μήνες το μωρό σου;
Οι οδηγοί συμβουλών δεν μου ταιριάζουν. Προτιμώ να ακούσω κάποιες μητέρες που έχουν παιδιά σε λίγο μεγαλύτερη ηλικία ή κάποιες που εμπιστεύομαι για τη λιακάδα του μυαλού τους. Το σωστό και το λάθος στη διαπαιδαγώγηση δεν χρήζει θεωρητικής αντιμετώπισης. Το ευκολότερο πράγμα είναι να κρίνεις και να συμβουλεύσεις κάποιον πώς να μεγαλώσει το παιδί του, το δυσκολότερο να το κάνεις. Κάθε παιδί είναι διαφορετικό και κάθε μαμά επίσης, αφού κάποτε υπήρξε παιδί. Δεν ξέρω αν μιλάω σωστά ούτε αν κάνω το σωστό ως μαμά. Εχω συνέχεια αμφιβολίες, αλλά μαθαίνω να ζω μαζί τους. «Δεν πειράζει, δεν έγινε τίποτε, όλα τα παιδάκια χτυπάνε πού και πού, όταν αρχίσουν να σηκώνονται» της λέω, παίρνοντάς την αγκαλιά ύστερα από μια θεαματική τούμπα. Περιμένω τις αντιδράσεις της. Συνήθως, έπειτα από λίγο σταματάει να σκούζει, ξεχνιέται και ζητάει να συνεχίσει την ξέφρενη πορεία της προς αυτό που είχε ξεκινήσει. Αν αυτό δεν πιάσει, δεν θα είμαι τόσο cool και φοβάμαι ότι ούτε θα μπορέσω να γίνω αυστηρή. Το βασικό πρόβλημα – και η πρόκληση – στη σχέση γονιών - παιδιών είναι ότι οι μεν δοκιμάζουν πάνω στους ανυποψίαστους δε. Και εν τέλει δοκιμάζονται. Οι δε είναι εκείνοι που στο τέλος θα τους κρίνουν. Και θα είναι πάντοτε οι πιο αυστηροί και ενίοτε οι πιο δίκαιοι. Ανευ εγχειριδίων. Το αντέχετε;

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΒΗΜΑDONNA και στη συνέχεια στο site του στις 18/6/2012
http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=462931

8 Μαρτίου 2013

Το φάντασμα

Ανάμεσα σε κείνη και σε μένα υπάρχει ένας τρίτος. Ενα συνοφρυωμένο σύννεφο, έτοιμο να ξεσπάσει σε μπόρα, ένα μικρό φάντασμα που στοιχειώνει τη σχέση μας. Δυστυχώς το κουβαλάω εγώ. Είναι μαζί όλοι οι φόβοι και οι ανησυχίες μου, όλα τα δυσοίωνα σενάρια για το μέλλον της και όλα όσα περιμένω από κείνη εξαιτίας τους. Πότε θα περπατήσει; Γιατί αργεί να μπουσουλίσει; Πόσες συλλαβές λέει; Γιατί χτες το βράδυ έκλαιγε και δεν ήθελε να κοιμηθεί; – έλα, μην κλαις άλλο, πιάσε το μπιμπερό μόνη σου, κάνε «γεια σου» στον μπαμπά, πάλι αγκαλιά θες; Μήπως είναι ώρα να ξυπνήσεις, υπναρού;
Το ομολογώ και ντρέπομαι: μερικές φορές είναι σαν να της την έχω στημένη στη γωνία. Τι έκανε, τι δεν έκανε, τι σημαίνει αυτό και πότε θα το κάνει. Κοροϊδεύω τους γονείς που θέλουν να δουν τα βλαστάρια τους επιστήμονες, καλλιτέχνες, μεγαλοεφευρέτες και δεν συμμαζεύεται. Ας είναι καλά κι ας κάνει ό,τι θέλει, λέω, αλλά το λέω τώρα που είναι μόνο 10 μηνών. Τσάμπα μάγκας δηλαδή. Υστερα νιώθω άσχημα και της κάνω τον κλόουν για να γελάσει. Εκείνη αρνείται να συμμεριστεί την επιτηδευμένη χαρά μου. Πάλι συννεφιάζω εγώ. Πάλι μειδιά το φάντασμα ανάμεσά μας.
Τρέμω στην ιδέα ότι μπορεί και εκείνη να ακούσει το γέλιο του, να ψυχανεμιστεί τη σκιά του, να νιώσει την αύρα του. Εχω ακούσει χιλιάδες φορές τα περί βρεφικού ενστίκτου και δεν ξέρω αν πρέπει να τα πιστέψω. Όμως ό,τι και να κάνω το φάντασμα είναι εκεί. Φεύγει μόνο, όταν η κόρη μου ξεκαρδίζεται στα γέλια, και πρέπει να σας πω ότι συνήθως είναι σοβαρή.
Τον τελευταίο καιρό σκέφτομαι συνεχώς την παραδοξότητα του θέματος. Το παιδί μου είναι ό,τι πολυτιμότερο στη ζωή μου - δεν χρειάζεται να πω ότι θα έκανα τα πάντα γι’ αυτήν – την αγαπάω δοτικά, όπως δεν έχω αγαπήσει κανέναν. Εντούτοις, έχω προσδοκίες από κείνη, έστω και αν αφορούν μόνο το να πιει το γάλα της. Εκείνη πάλι, πιθανότατα θα αγαπήσει κάποιον άλλο άνθρωπο περισσότερο από μένα – της το εύχομαι δηλαδή –, όμως προσέρχεται στη σχέση μας με την πιο αγνή ανιδιοτέλεια. Δεν ζητάει τίποτε, δεν περιμένει τίποτε, θέλει απλώς να την αφήσω να υπάρξει. Και παρ’ όλο που χρειάζεται να τη βοηθήσω να υπάρξει και να τη στηρίξω με την αγάπη μου, δεν το ξέρει καν, ώστε να το ζητήσει.
Κάθε μέρα που ξυπνάει, ανοίγει τα γεμάτα περιέργεια μάτια της και θέλει να αγγίξει και να φάει όλον τον κόσμο γύρω της. Κι εγώ δεν της το επιτρέπω. Δεν κάνει να δαγκώσει το τηλέφωνο, να τραβήξει με δύναμη την κουρτίνα, να διαλύσει το καπέλο του φωτιστικού, να κάνει παρέα με τις μύξες της. Θα μου πείτε ότι έτσι την προστατεύω από άλλους κινδύνους ή ότι της βάζω όρια που μακροπρόθεσμα θα της κάνουν καλό, όμως εκείνη δεν το ξέρει. Και φαντάζομαι ότι κάπως έτσι, με το αναπόφευκτο φορτίο των «πρέπει», «θέλω», «ονειρεύομαι», «φοβάμαι», «ελπίζω», «ξέρω καλύτερα», «προνοώ», «προστατεύω» κ.ο.κ. της μαμάς και του μπαμπά θα φτάσουμε μια μέρα να προσπαθεί να καταλάβει πώς ενώ οι γονείς της την αγαπάνε, μπορούν ταυτόχρονα να την απογοητεύουν, να της δημιουργούν προβλήματα, ίσως και να την πληγώνουν. Δεν θέλω να μας συμβεί, όμως κατά πάσα πιθανότητα θα γίνει. Και μάλλον δεν θα μπορέσω να κάνω πολλά για να το αποτρέψω. Αυτός είναι ο δρόμος. Να της ζητήσω προκαταβολικά συγνώμη; Ανόητο. Να πω ότι τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω τη μητέρα μου; Κλισέ. Θα ευχηθώ μόνο να περπατήσουμε αυτόν τον δρόμο χέρι-χέρι. Χωρίς αυτό το εκνευριστικό φάντασμα, που – υπόσχομαι – θα βάλω τα δυνατά μου για να το διώξω.

Δημοσιεύτηκε στο site του Βήματος (ΒΗΜΑDONNA) στις 29/2/2012
http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=445933

5 Μαρτίου 2013

Ανταγωνισμός από κούνια

Σε κοιτάει με ύφος ανωτερότητας – αν μπορούσε να σηκώσει το ένα της φρύδι θα το έκανε – και με ξεκάθαρα μαμαδίστικο τόνο, σου υποδεικνύει εμμέσως πλην σαφώς τα όσα πράττεις λάθος με το ίδιο σου το αίμα. Εκείνη ξέρει πάντα καλύτερα. Γέννησε χωρίς επισκληρίδιο, θηλάζει (με κεφαλαία γράμματα), ενώ το παιδί της κοντεύει να βγάλει τραπεζίτες και το περιφέρει μαζί της παντού γιατί είναι «κοινωνικό» και «δραστήριο», ενώ εσύ το έχεις κλεισμένο στο σπίτι. Εννοείται ότι δεν παίζει κανέναν ρόλο ο λόγος που έκανες καισαρική ή που δεν μπόρεσες να θηλάσεις αποκλειστικά. Πόσω μάλλον η προσοχή που σου έχει επιστήσει ο γιατρός στο θέμα «κρυολόγημα» για τους πρώτους μήνες της ζωής του. «Είναι και θέμα παιδίατρου» θα σου πει, που σε ελεύθερη μετάφραση ερμηνεύεται ως: «επέλεξες ανόητο παιδίατρο», κι ας ήταν από πάνω του όλες εκείνες τις μέρες που κοιμόταν σε ένα διάφανο και ψυχρό κουτί.
Εκείνης το παιδί είναι πάντα πιο μπροστά. Γελάει από τον πρώτο μήνα, μιλάει από τον τέταρτο, τρώει τα πάντα, κοιμάται σαν πουλάκι, μπουσουλάει από τον έκτο και διάφορα άλλα που – εννοείται - ότι εσύ δεν μπορείς να διαπιστώσεις ιδίοις όμμασι. Υστερα είναι και ο τρόπος της: ξέρει πώς να το ταΐζει (αφού πρώτα έχει μαγειρέψει ΜΟΝΟ στον ατμό), του τραγουδάει, αν εσύ απλώς του βάζεις το κουτάλι στο στόμα, ή ακολουθεί αυστηρώς το «όταν τρώμε δεν μιλάμε», αν εσύ του λες παραμύθια. Το κοιμίζει στην αγκαλιά της, αν εσύ το βάζεις στην κούνια ή «α, πα, πα, ως πότε θα το νανουρίζεις; Ο δικός μου πήγε από νωρίς στο κρεβάτι του», αν η δικιά σου κλαίει και θέλει αγκαλιά. Ο κανόνας με την ανταγωνιστική μαμά είναι απλός: κάνει ό,τι δεν κάνεις. Το ίδιο και το παιδί της. Κάνει ό,τι δεν κάνει το δικό σου. Και ως δια μαγείας τα σημεία σύγκρισης που προκύπτουν σε μια συζήτηση μαζί της είναι άπειρα. Ποτέ πριν δεν μπορούσες να φανταστείς πόση σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο διπλώνεις τη σαλιάρα. Η ανταγωνιστική μαμά είναι αστείρευτη. Θα σε βομβαρδίζει με τις περιπέτειες του μικρού της Νικόλα αιωνίως, ακόμη κι αν ο Νικόλας κοντεύει τα 40 και θα βρίσκει πάντα κάτι μαμαδοσχετικό να πει λες και κάποιος τη ρώτησε. Το χειρότερο είναι ότι φύεται παντού: στο κομμωτήριο, στις κούνιες, στην παραλία, στην ταβέρνα, στο πάρκο, στο σπίτι της φίλης σου, σε οικογενειακές συγκεντρώσεις, στα social media. Και - απορώ πώς – μυρίζεται το θύμα της (τον ήσυχο δηλαδή άνθρωπο που δοκιμάζει τον νέο ρόλο του γονιού) από μακριά και το πλησιάζει στάζοντας (πικρό) μέλι. 
Δεν ξέρω τι συμβαίνει στην ψυχή κάποιων γυναικών και πλέον δεν θέλω να μάθω. Δεν μπορώ να κατανοήσω πώς και γιατί μία ύπαρξη επιδιώκει να καθορίζεται μονομερώς από κάτι άλλο εκτός από την ίδια ως ολότητα: το παιδί της εν προκειμένω, τη δουλειά της σε άλλες περιπτώσεις, μια θρησκεία, ένα δόγμα, οτιδήποτε. Αν εκείνη το χρειάζεται, εγώ είμαι οκ. Αρκεί να μένει μακριά μου. Διότι ορισμένες φορές ακόμη και ο πιο ήρεμος άνθρωπος μπορεί να αγριέψει επικίνδυνα, όταν βλέπει το παιδί του να χρησιμοποιείται ως πεδίο ανταγωνισμού.

Δημοσιεύτηκε στο site του Βήματος (ΒΗΜΑDONNA) στις 3/2/2012
http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=441746

4 Μαρτίου 2013

Ολες οι «μητέρες» του παιδιού μου


«Xreiazomai epeigontws mia bolta» λέει το sms μου. «SE MISI WRA 8A EIMAI EKEI» διαβάζω αμέσως μετά στην οθόνη του κινητού μου. Είναι δέκα το βράδυ, κατακαλόκαιρο και στις 10 και 45 τρώμε μαζί παγωτό, χαζεύοντας τις βιτρίνες στην πλατεία, όπως τότε που ήμασταν συμμαθήτριες. Η φίλη μου έχει παιδί και ξέρει ακριβώς πώς αισθάνεται μια φρέσκια μητέρα μετά τον πρώτο μήνα με το μωρό στο σπίτι. Εγώ όμως ξέρω ότι και να μην είχε, πάλι κοντά μου θα ήταν. Με άλλα λόγια, το ευτύχημα δεν είναι ότι έχει παιδί, αλλά ότι έχει στήθος.
Ξέρω επίσης ότι για το πρώτο σου παιδί δεν είσαι ποτέ προετοιμασμένη. Δεν αρκούν ούτε οι εννιά μήνες - πόσο μάλλον οι επτά στη δική μου περίπτωση – ούτε τα ειδικά σεμινάρια και οι συναντήσεις με τη μαία, ούτε ακόμη και οι μαμαδοκουβέντες. Όταν αυτό το μικρό πλάσμα μπει στο σπίτι σου, η ζωή σου - πολύ απλά – κάνει μια μεγάλη κωλοτούμπα. Όταν όμως γίνει αυτό, θα πρέπει να ξέρεις ότι εκεί έξω υπάρχει ένα ακούραστο δίκτυο γυναικών που θα βάλει το κεφάλι κάτω και θα εργαστεί σκληρά για να σε βοηθήσει. Στην πραγματικότητα θα κάνει ό,τι χρειάζεται και ό,τι μπορεί για να βοηθήσει μία ακόμη ζωή να ανθίσει.
Η μία θα τρέξει να σου φέρει καρότσια, κρεβάτια, σελτεδάκια, ρούχα για τον πρώτο, τον δεύτερο, τον όγδοο μήνα. Η άλλη θα σε βομβαρδίζει με sms συμπαράστασης στις πιο δύσκολες στιγμές. Η τρίτη θα είναι πρόθυμη να επιδοθεί σε μαραθώνια τηλεφωνήματα λίγο πριν από τα μεσάνυχτα και η τέταρτη θα έρχεται κάθε τρεις και λίγο στο σπίτι σου, επειδή της το ζήτησες. Μία πιο μακρινή φίλη θα σε σκεφτεί, όταν περνάει έξω από τα μαμαδο-βρεφικά πολυκαταστήματα και μια πιο κοντινή θα προσφερθεί να σου κρατήσει το παιδί για να βγεις μια βόλτα, να κάνεις μια βουτιά στη θάλασσα, να πας ένα σινεμά. Στο γραφείο θα σε καλύψει για να φύγεις λίγο νωρίτερα, να δεις τον παιδίατρο, ενώ στο σπίτι Εκείνη θα βρίσκεται δίπλα σου παντός καιρού, να μαγειρέψει και να σιδερώσει, να παίξει μαζί της και να της τραγουδήσει για να μην της λείψει τίποτε, για να μην σας λείψει τίποτε. Ακόμη και εκείνη που θα αναλάβει να τη φυλάξει κάποιες ώρες για λίγα χρήματα, θα την αγκαλιάσει με αγάπη.
Μερικά βράδια, τότε που η κούραση με κάνει να ξεχνάω το όνομά μου, βλέπω πίσω από το παράθυρο το παλιό μοντέλο της πολυμελούς οικογένειας, με τη γιαγιά και τον παππού – και τα παραμύθια της καληνύχτας - μέσα στο ίδιο σπίτι, με τη μαμά πανταχού παρούσα και τις γειτόνισσες-μωρομάνες να πηγαινοέρχονται για να προσφέρουν τα καλούδια τους και την παρέα τους, και πολύ το ζαχαρώνω. Όταν όμως ξυπνάω το πρωί, με σώας τας φρένας, το ξανασκέφτομαι. Ας το καλύτερα, λέω. Θα το παλέψω με τις «μαμάδες» πρώτων βοηθειών.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να μεγαλώσω την κόρη μου, χωρίς τον πατέρα της – από τη σύντομη εμπειρία που έχω μου φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο έως ακατόρθωτο – ούτε και θα το ήθελα. Μπορώ να πω όμως με βεβαιότητα ότι θα ήθελα όλες αυτές οι κυρίες να παραμείνουν στη ζωή μας και να μας χαρίζουν την αγάπη τους. Ισως να είναι μια αγάπη προγραμματισμένη από τη φύση να εκδηλώνεται στο άκουσμα της λέξης «μωρό», εμένα πάντως μου κάνει. Επειδή ξέρει να προσφέρει, προκύπτει αυθόρμητα και κυρίως επειδή είναι απαλλαγμένη από την αβάσταχτη στενότητα του ορθολογισμού. Σε όλες αυτές τις εν δυνάμει μητέρες αφιερώνω αυτό το σημείωμα, επειδή χωρίς αυτές δεν θα ήμουν η μητέρα που είμαι. 


Δημοσιεύτηκε στο site του Βήματος (ΒΗΜΑDONNA) στις 19/12/2011
http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=435579

20 Φεβρουαρίου 2013

Πάω πίσω, λοιπόν, στη δουλειά μου

«Κακά κάναμε;». Η ερώτηση απευθύνεται στη γιαγιά της και βγαίνει από το στόμα μου αυθόρμητα την ώρα που γύρω μου εκτυλίσσεται μια επαγγελματική συνάντηση για τάσεις και πρόσωπα της μόδας. Σίγουρα δεν είναι ό,τι περιμένουν να ακούσουν οι συνάδελφοι. Δεν είναι καν μια κομψή, όπως αρμόζει στο ύφος των περιστάσεων,  ερώτηση. Αν όμως οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάζεσαι έχουν κατανόηση και χιούμορ, τότε ξέρεις ότι μπορείς να φέρεις μερικά πράγματα από το σπίτι σου στο γραφείο. Και αυτό είναι μια τεράστια ανακούφιση, όταν στους ώμους σου κουβαλάς τις βαλίτσες μιας πρωτάρας μαμάς.

Η αλήθεια είναι ότι από την πρώτη στιγμή που επέστρεψα στο γραφείο, οι αποσκευές μου ζυγίζουν λιγότερο. Και παραδόξως περιέχουν πιο όμορφα, πολύχρωμα και ευφάνταστα αντικείμενα. Ισως να παίζει ρόλο το είδος της δουλειάς μου, μιας δουλειάς πιο «τρελλούτσικης» και αφηρημένης σε σχέση με τα σοβαρά και πρακτικά ζητήματα που εγείρει η υπόθεση μητρότητα. Ισως πάλι να μου έκανε καλό οποιαδήποτε δουλειά θα αποσπούσε τις σκέψεις μου από μια αποκλειστική ενασχόληση και την εμμονική προσκόλληση που αυτή γεννάει – τουλάχιστον στο δικό μου μυαλό. Ποτέ δεν θα το μάθω. Εκείνο όμως που έμαθα είναι ότι δεν ανήκω στο είδος της full time μητέρας και είμαι ok με αυτό. Ευτυχώς.

Ευτυχώς, διότι όταν γυρίζω το βράδυ από τη δουλειά, όσο κουρασμένη κι αν είμαι, έχω μεγάλη όρεξη να παίξω μαζί της. Με κλωτσάει, γελάμε. Μου τραβάει τα μαλλιά - πονάω, αλλά -, γελάμε. Την πιάνω από την κοιλιά και την κάνω αεροπλανάκι για να εξερευνήσει από άλλη οπτική το σπίτι μας, γελάμε. Την κάνω μπάνιο - με κάνει μούσκεμα, - γελάμε. Την ντύνω με τραγούδια, κλαίει. Χορεύουμε μήπως κοιμηθεί, της αρέσει, νυστάζω. Νυστάζω συνήθως πριν από εκείνη, αλλά είναι επειδή έχω ξυπνήσει πριν από εκείνη για εκείνη και δεν έχω κοιμηθεί μέσα στην ημέρα. Τις καθημερινές δεν έχω λεπτό για μένα. Κυριολεκτώ. Νιώθω όμως καλά. Τα σαββατοκύριακα που έχω χρόνο να κάνω αποτρίχωση, να βγω βόλτα στο σούπερ μάρκετ και να πιω έναν καφέ, κουράζομαι. Ισως επειδή παράλληλα τρέχω πίσω από στοίβες άπλυτα, μαγειρέματα, καθαριότητες και οργάνωση θεμάτων που προτού κάνω παιδί δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι υπάρχουν. Τότε μου λείπουν λίγο οι φίλοι μου, τα ταξίδια, το shopping, το σινεμά, το να κοιτάω το ταβάνι. Τότε νιώθω λιγότερη ως μαμά.

Αυτή είναι η πραγματικότητά μου. Αυτή είναι η καθημερινότητά μου. Που καθώς η μικρή θα γίνεται πιο μεγάλη φαντάζομαι ότι θα αλλάζει. Το πόσο θα το δούμε -εύχομαι. Εξ αποστάσεως τα πράγματα πάντα μοιάζουν αλλιώς. Διάβαζα τις προάλλες μια αξιαγάπητη συνάδελφο, την οποία πολύ εκτιμώ, να προτείνει στις μέλλουσες μητέρες να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους και να αφοσιωθούν στην οικογένειά τους, αν και εφόσον αυτό είναι εφικτό βέβαια. Προτού αποκτήσω παιδί δεν θα με έβρισκε αντίθετη. Τώρα θα διαφωνήσω. Και θα αντιπροτείνω στην καθεμιά να μην βιαστεί να πάρει τελεσίδικες αποφάσεις, προτού κρατήσει στην αγκαλιά της τουλάχιστον για ένα τρίμηνο το βλαστάρι της. Και όχι μόνο επειδή οι εποχές είναι δύσκολες. Αλλά κυρίως επειδή οι εποχές είναι άλλες. Εχουμε μάθει να εργαζόμαστε - ή αν όχι να εργαζόμαστε - να σπουδάζουμε, να ταξιδεύουμε, να κυκλοφορούμε, να έχουμε παρέες και ενδιαφέροντα, και όλα αυτά κάτι σημαίνουν για την προσωπικότητά μας. Η άφιξη ενός παιδιού είναι από μόνη της μια συνταρακτική αλλαγή στη ζωή μιας γυναίκας. Δεν είναι ανάγκη – αν δεν είναι ανάγκη - να μεταλλαχθεί σε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που ήταν. Κάτι τέτοιο θα κατέστρεφε την ισορροπία της. Και δεν υπάρχει τίποτε καλύτερο για ένα παιδί από μια ισορροπημένη μητέρα, έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι θα λείπει λίγες ώρες από το σπίτι. Ευτυχώς υπάρχουν και οι γιαγιάδες και τα κινητά. Και πλέον μπορείς να πληροφορηθείς τα πάντα ακόμη και εν μέσω meeting.

Δημοσιεύτηκε στο site του Βήματος στις 17/11/2011
 http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=430717

14 Φεβρουαρίου 2013

Το ειδικό βάρος του κόσμου μου

Θέλω να πω σε όλους πόσο πολύ της πάει το καινούργιο της τζιν - το πρώτο της τζιν παντελόνι -, αλλά λίγοι θα συμμεριστούν τη χαρά μου. Πιθανότατα οι εξής τρεις: ο πατέρας της και οι γιαγιάδες της. Αντε και η φιλενάδα μου που έχει επίσης μωρό και θα βρει ευκαιρία να μου το ανταποδώσει με το «πόσο χαριτωμένος είναι όταν παίζει με τα καινούργια του παιχνίδια». Κάνω μεγάλες προσπάθειες να μην το ξεφουρνίσω σε ανθρώπους που μάλλον δεν τους ενδιαφέρει τι κάνει το παιδί μου, αλλά σε εκείνους που με ρωτούν τι κάνει είτε από πραγματικό ενδιαφέρον είτε από πραγματική ευγένεια δεν καταφέρνω να συγκρατηθώ. Παίρνω φόρα και λέω περισσότερα. Ότι την Κυριακή πήγαμε βόλτα, ότι γελάει με το καλημέρα, ότι χτες είχε γκρίνιες και διάφορα άλλα που κατά πάσα πιθανότητα έχουν ως αποτέλεσμα το ακροατήριό μου να χάσει το όποιο ενδιαφέρον του.
Προσπαθώ να έχω πάντα στο μυαλό μου εκείνο το οποίο κάποτε είχε πει μια συνάδελφος για τις μαμάδες που περιγράφουν σε όλους τα καμώματα των βλασταριών τους χωρίς να ερωτηθούν - «λες και κάποιος νοιάζεται» - αλλά ομολογώ ότι συχνά πέφτω στην παγίδα του να γίνω βαρετή. Ζητώ συγνώμη. Και φοβάμαι ότι θα χρειαστεί να σας ξαναζητήσω. Δεν θέλω σε καμία περίπτωση να μετατραπώ σε μια βαρετή μαμά που έχει λόγια μόνο για το παιδί της, όμως αυτή την εποχή έχω πιάσει τον εαυτό μου να περνάει καλά ακόμη και με ανθρώπους που πριν από καιρό θα απέφευγα μόνο και μόνο επειδή υπάρχουν κοινά - και ενδιαφέροντα - θέματα συζήτησης.
Η ζωή μου έχει αλλάξει εντελώς. Ο κόσμος μου - έξω από το γραφείο - αποτελείται από εμβόλια, καμπύλες ανάπτυξης, λιλιπούτεια ρούχα, πάνες, μπιμπερό, παιχνίδια που κάνουν θόρυβο όταν τα ζουπάς και κυκλοφορούν σαλιωμένα γύρω μου, πιπίλες, ειδικές διαδρομές με το καρότσι, ειδικές πολυσυσκευές που πολτοποιούν το φαγητό και μαγειρεύουν στον ατμό, ειδική καθαριότητα, ειδικές αγκαλιές ανάλογα με την περίσταση, ειδική αντιμετώπιση συγγενών, πρωινό ξύπνημα ειδικά για εκείνη.
Με πρόχειρους υπολογισμούς, τo ειδικό βάρος του κόσμου μου κυμαίνεται αυτή την εποχή στα 7,5 kg και αναμένεται να αυξηθεί. Το μαγικό όμως είναι ότι όσο αυτό αυξάνει, τόσο διαφοροποιούνται και οι υπόλοιπες συνιστώσες του κόσμου μου. Οι σταθερές γίνονται ασταθείς. Οι ορίζοντες ανοίγουν. Οι απόψεις αλλάζουν. Ο χρόνος μετράει αλλιώς. Η στιγμή έχει άλλη βαρύτητα. Οι αγωνίες περιορίζονται στα απολύτως σημαντικά. Η επιβίωση κοιτάζει με τα μάτια της. Ο εαυτός μου θέλει να γίνει καλύτερος. Αδυνατώ να στενοχωρηθώ με θέματα που λύνονται. Αδιαφορώ για το αν θα μου λείψει κάτι. Για το τι μου είπε και τι του είπα. Για τη φίλη που με ξέχασε. Για τον συνάδελφο που με στραβοκοίταξε. Αντιθέτως με ενδιαφέρει πού και πώς θα περάσω τον χρόνο μου. Πού και πώς θα βοηθήσω, ώστε η καθημερινότητα να γίνει ευκολότερη και πιο ευχάριστη. Και όλως παραδόξως τα όσα συμβαίνουν γύρω μου με νοιάζουν πολύ περισσότερο από πριν.
Αναρωτιέμαι γιατί. Καταλήγω σε δύο λόγους. Όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά σπουδαιότητας. Πρώτον, ότι χρειάζομαι να με νοιάζουν. Προκύπτει αβίαστα. Ως αντιστάθμισμα της απότομης μετατόπισης της προσοχής μου σε ένα και μόνο πλάσμα. Δεύτερον, ότι με νοιάζουν ειδικά για χάρη της. Για να περνάει περισσότερο ποιοτικό χρόνο με μια μαμά ευχαριστημένη και άρα ευχάριστη, που θα μπορεί να της δείξει την όμορφη πλευρά της ζωής. Και κυρίως για να μπορεί τελικά να ζει σε ένα καλύτερο αύριο. Μικρό αντίτιμο απέναντι στη μάχη που εκείνη έδωσε για να μείνει στη ζωή μου.

Δημοσιεύτηκε στο site του Βήματος στις 19/10/2011
http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=425944

Ποιος είδε το βρέφος και δεν το φοβήθηκε

Φαντασιωνόμουν τη στιγμή που θα γεννούσα ως μια εκκωφαντική εκτόξευση αυτού που αποκαλούμε ευτυχία. Αλλά και τις επόμενες στιγμές με το μωρό στην αγκαλιά ευτυχισμένες τις φανταζόμουν. Δικαιωματικά. Πώς θα μπορούσε αλλιώς; Τα γεγονότα διέψευσαν τις προσδοκίες μου έτσι όπως μόνο η ζωή μπορεί και ξέρει να κάνει καλά. Αναπάντεχα. Τελικά κράτησα την κόρη μου αγκαλιά ύστερα από 40 μέρες δίπλα από τη θερμοκοιτίδα της και για λίγα μόνο λεπτά. Για αυτά τα κλάσματα του δευτερολέπτου κατάφερα να πλημμυρίσω από χαρά.

Όταν αισίως ήρθε στο σπίτι μας πίστευα ότι θα ξαναζούσα αυτές τις στιγμές ξανά και ξανά και μάλιστα σε χορταστικές δόσεις – καμία νοσοκόμα δεν θα μας διέκοπτε επειδή το επισκεπτήριο θα είχε τελειώσει. Δεν μου συνέβη. Και αυτή τη φορά δεν μου έφταιγε η ζωή, αλλά εγώ. Το άγχος μου είχε διαβρώσει σχεδόν κάθε λεπτό της συνύπαρξής μας. Το δικαιολόγησα. Ως μητέρα πρόωρου παιδιού δεν είχα περάσει και λίγα, για να περιμένω από τον εαυτό μου να πετάξει μονομιάς από πάνω του τη λύπη και την αγωνία και να φορέσει από τη μια μέρα στην άλλη το χαμόγελο της πλήρωσης. Ήμουν όμως σίγουρη ότι όλες οι υπόλοιπες μητέρες που είχαν γεννήσει στην ώρα τους και είχαν κρατήσει τα μωρά τους από τότε και για όλες τις επόμενες στιγμές στην αγκαλιά τους βίωναν αυτή την απόλυτη ευτυχία που εγώ οραματιζόμουν. Αποφάσισα λοιπόν να περιμένω τη σειρά μου. Λίγο ακόμη και θα βουτούσα στη λίμνη του τελειότερου συναισθήματος.

Για να περάσουν ωστόσο πιο ευχάριστα οι ώρες της αναμονής και όσο εκείνη κοιμόταν σα να μην είχε συμβεί τίποτε στην κούνια της, σκέφτηκα να τηλεφωνήσω σε μερικές φίλες μου που είχαν ζήσει τη μητρότητα. Κάτι παραπάνω θα ήξεραν αυτές από χαρά. Και τότε ήρθε η τρίτη διάψευση. Η μία μου εκμυστηρεύτηκε ότι πήρε αντικαταθλιπτικά και διέκοψε τον θηλασμό επειδή δεν άντεχε να ακούει το παιδί της να κλαίει και να μην καταλαβαίνει τι θέλει. Η άλλη ότι αν δεν έβγαινε μία ώρα από το σπίτι κάθε μέρα, δεν θα είχε αντέξει τη νέα της ζωή. Κάποια ότι αναγκάστηκε να θηλάσει με μάσκα προκειμένου να μην κολλήσει το μωρό ίωση και αυτό την είχε στιγματίσει και μία άλλη ότι ερχόταν σε  απόγνωση κάθε φορά που η κόρη της έκανε εμετό. Ενας πολύ δικός μου άνθρωπος παραδέχτηκε ότι τα δύο πρώτα χρόνια της μητρότητας υπέφερε, διότι θεωρούσε ότι το παιδί του ήταν σοβαρά άρρωστο και δεν είχε διαγνωστεί. Οι ιστορίες δεν σταματούσαν. Και δεν μου τις έλεγαν για να με παρηγορήσουν. Η φίλη μου με την οποία γεννήσαμε με διαφορά μίας ημέρας έφτασε να με αποκαλεί τυχερή επειδή η κόρη μου κοιμάται και τρώει καλά, ενώ η δική της όχι. Και μία άλλη που χρειάστηκε να υποβάλλει τον νεογέννητο γιο της σε εξετάσεις 40 μέρες από τη γέννησή του κόντεψε να τρελαθεί. Και να μην σχολιάσω το βασανιστικό για χιλιάδες γονείς ερώτημα «πόσο τρώει;», το οποίο συμμερίστηκε μέχρι και ο μπαμπάς της, όταν αναγκάστηκε να μείνει μαζί μας full day τις ημέρες της καλοκαιρινής του άδειας.

Τα περί επιλόχειας κατάθλιψης τα είχα διαβάσει και τα περίμενα. Εκείνο όμως που δεν μπορούσα να φανταστώ ήταν το διαρκές άγχος που σε συνοδεύει από τη στιγμή που γίνεσαι γονιός και το οποίο - θεωρώ ότι - δεν έχει να κάνει με γυναικείες ορμόνες. Τόσο πιο ισχυρό από οποιοδήποτε άλλο αρνητικό συναίσθημα έχεις βιώσει και τόσο ισοπεδωτικό που σε κάνει να ξεχνάς ποιος είσαι. Με τις μέρες συνηθίζεις να το ανέχεσαι. Ερχονται άλλωστε δειλά-δειλά και εκείνες οι χαρούμενες στιγμές που περίμενες. Όχι εκκωφαντικά. Ούτε σαν χείμαρρος. Απλώς σαν το χαμόγελο ενός παιδιού. Όμως αυτό είναι κάτι παραπάνω από «απλώς». Είναι εκείνο που σου θυμίζει γιατί μπήκες σε όλη αυτή τη διαδικασία. Εκείνο για το οποίο αξίζει να θυσιάσεις την ανεμελιά σου και να πάρεις αγκαλιά μαζί με το παιδί σου και την αγωνία που το συνοδεύει. Λίγους μήνες μετά τη γέννηση της κόρης μου έχω πειστεί ότι όσες δηλώνουν απερίγραπτα ευτυχείς είτε λένε ψέματα είτε κάτι δεν έχουν καταλάβει ακόμη. Ούτε εγώ έχω καταλάβει πολλά. Είμαι σίγουρη. Υποθέτω όμως ότι αξίζει να περιμένω.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο site του Βήματος της Κυριακής στις 21/9/2011
http://www.tovima.gr/vimadonna/mother/article/?aid=420952